κοττάβινορ

κοττάβινορ
κοττάβινορ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) (στους Λάκωνες) η λεκάνη στην οποία έπαιζαν το παιχνίδι κότταβος.
[ΕΤΥΜΟΛ. κοττάβινορ = κοττάβινος (< κότταβος), με τον ρωτακισμό τού -ς σε -ρ που χαρακτήριζε την αρχαία λακωνική διάλεκτο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κότταβος — Παιχνίδι δεξιοτεχνίας κατά την αρχαιότητα, το οποίο πιθανώς προήλθε από τη Σικελία. Ήταν πολύ συνηθισμένο στα συμπόσια του 4ου και του 5ου αι. π.Χ., καθώς συμμετείχαν σε αυτό ακόμη και εταίρες. Σκοπός του παίκτη ήταν να ρίξει το κρασί που είχε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”